17/09/2023
Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου (ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ)
Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου (ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ)
(Μαρκ. η’ 34 - θ’ 1)
Κυριακὴ μετὰ τὴν Ὕψωσιν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ σήμερα καὶ μέσα ἀπὸ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο ὁ Κύριος μᾶς καλεῖ νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε ἐπιλέγοντας τὴν ὁδὸ τῆς αὐταπαρνήσεως. «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν», μᾶς λέγει. Δηλαδὴ ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει ὀφείλει νὰ διακόψει κάθε φιλία καὶ σχέση μὲ τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό του!
Ἡ αὐταπάρνηση ἀποτελεῖ θεμελιώδη προϋπόθεση γιὰ νὰ γίνει κάποιος δεκτὸς ὡς μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ λόγος περὶ αὐταπαρνήσεως ἠχεῖ τουλάχιστον ὡς παράξενος – ἂν ὄχι καὶ ἀκατανόητος – στὰ αὐτιὰ τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ἔχει μάθει νὰ ἐπιδιώκει τὸ βόλεμά του, νὰ διεκδικεῖ τὰ ἀτομικά του δικαιώματα, καὶ νὰ ἀγωνίζεται ἀποκλειστικὰ γιὰ τὸ προσωπικό του συμφέρον.
Ἀξίζει λοιπὸν νὰ δοῦμε ποιὰ εἶναι ἡ αὐταπάρνηση ποὺ μᾶς ζητᾶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς, καὶ γιατί ἀξίζει νὰ ἀκολουθήσουμε αὐτὸν τὸν τρόπο ζωῆς.
Τὸ «ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν» σημαίνει νὰ ἀρνηθοῦμε χάριν τοῦ Χριστοῦ τὰ ἁμαρτωλά μας θελήματα, τὰ ἰδιοτελὴ καὶ ἐγωιστικά μας ἐλατήρια, τὶς ἄνομες ἐπιθυμίες τῆς καρδιᾶς μας. Ὁ Μέγας Βασίλειος μὲ τὸν θεοφώτιστο λόγο του γράφει πολὺ συνοπτικὰ ὅτι αὐταπάρνηση εἶναι «ἡ παντελὴς τῶν παρελθόντων λήθη καὶ ἡ τῶν θελημάτων ἀναχώρησις», δηλαδὴ τὸ νὰ ξεχάσουμε τὸ παρελθόν μας καὶ νὰ ἀποξενωθοῦμε ἀπὸ τὰ προσωπικά μας θελήματα (ΕΠΕ 8, 214). Καλούμαστε δηλαδὴ νὰ ἀρνηθοῦμε κάποτε καὶ αὐτὰ τὰ νόμιμα δικαιώματά μας προκειμένου νὰ παύσουμε νὰ ζοῦμε ἐγωκεντρικά. Μὲ ἕνα λόγο, αὐταπάρνηση σημαίνει νὰ βγάλουμε ἀπὸ τὸ κέντρο τὸν ἑαυτό μας. Νὰ τὸν διαγράψουμε μόνοι μας καὶ αὐτοπροαιρέτως.
Ἂς σκεφθοῦμε τὸ παράδειγμα μιᾶς μητέρας. Μὲ πόση αὐταπάρνηση ὑποβάλλεται καθημερινὰ σὲ κόπους καὶ ξενύχτια, προκειμένου νὰ ἀναθρέψει τὰ παιδιά της! Ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἀφοσίωσή της στὴν οἰκογένεια τὴν ὁδηγεῖ στὸ νὰ ξεχνᾶ ἐντελῶς τὸν ἑαυτό της καὶ νὰ μὴ λογαριάζει τὴν ὅποια θυσία.
Πολὺ περισσότερο ὅμως ἂς ἀναλογιστοῦμε τὸ τέλειο πρότυπο αὐταπαρνήσεως, τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος «ἑαυτὸν ἐκένωσε» (Φιλιπ. β΄ 7). Ἀπὸ τὴ μέρα ποὺ γεννήθηκε στὴ γῆ μέχρι τὸν θάνατό του πάνω στὸ Σταυρό, ὅλη ἡ ζωή του ὑπῆρξε συνεχὴς πράξη αὐταπαρνήσεως καὶ αὐτοκενώσεως. Ἔτσι δίδαξε τὴν αὐταπάρνηση μὲ τὸ δικό του μοναδικὸ παράδειγμα.
Γιατί ὅμως νὰ ἐπιλέξουμε αὐτὸν τὸν τρόπο ζωῆς; Δὲν εἶναι σκληρὸ νὰ ἀρνεῖσαι τὸν ἑαυτό σου; Σὲ τί ὠφελεῖ;
Ὁ κυριότερος λόγος γιὰ νὰ ἀρνηθοῦμε τὸν ἑαυτό μας εἶναι γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ἀκολουθήσουμε τὸν Χριστὸ, καὶ ἔτσι ν’ ἀποκτήσει νόημα ἡ ζωή μας, νὰ βροῦμε χαρὰ ἀληθινὴ καὶ αἰώνια. Νὰ βροῦμε τὸν ἀληθινὸ ἑαυτό μας.
Ἡ αὐταπάρνηση ἀποτελεῖ συμφέρον τῆς ψυχῆς μας. Διότι αὐτὸς ποὺ ἀρνεῖται τὸν ἑαυτό του γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ, τελικὰ τὸν ξαναβρίσκει! Στὴν πραγματικότητα αὐτὸς εἶναι ὁ μόνος τρόπος γιὰ νὰ ξαναβρεῖ ὁ ἄνθρωπος τὸ πρωτόκτιστο κάλλος καὶ τὴ χαμένη του δόξα: νὰ διακόψει κάθε σχέση μὲ τὸν ἐγωιστὴ ἑαυτό του. Μᾶς τὸ εἶπε ὁ Κύριος στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο: «Ὃς ἂν ἀπολέσῃ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, οὗτος σώσει αὐτήν». Ὅποιος χάσει καὶ θυσιάσει τὴ ζωή του γιὰ τὴν ὁμολογία καὶ τὴν ὑπακοή του σ’ Ἐμένα καὶ τὸ Εὐαγγέλιό μου, αὐτὸς θὰ σώσει τὴν ψυχή του. Θὰ κερδίσει τὴν αἰώνια εὐτυχία καὶ μακαριότητα. Καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλύτερο κέρδος ποὺ μπορεῖ νὰ πετύχει ὁ ἄνθρωπος σὲ ὅλη του τὴ ζωή.
Καὶ τότε, ὅταν ζοῦμε μὲ αὐταπάρνηση καὶ ἀκολουθοῦμε τὸν Χριστό, ἔρχεται ὡς ἀποτέλεσμα καὶ ἡ δυνατότητα νὰ προσφέρουμε κάτι σημαντικὸ καὶ ὠφέλιμο στὴν κοινωνία. Δὲν ἐργαζόμαστε ἀποκλειστικὰ γιὰ τὸ ἄτομό μας, ἀλλὰ γιὰ τὸ κοινὸ συμφέρον, γιὰ τὸ καλὸ ὅλων. Εἶναι πολλὰ καὶ συγκινητικὰ τὰ παραδείγματα ἀνθρώπων ποὺ ἀφιέρωσαν τὴ ζωή τους ὑπηρετώντας τὸν συνάνθρωπο καὶ μάλιστα, σὲ μερικὲς περιπτώσεις, μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους! Ἄνθρωποι γεμάτοι ἀγάπη ποὺ ἔζησαν δίπλα σὲ ἀναπήρους καὶ σὲ λεπροὺς ἢ κοντὰ σὲ ὀρφανὰ καὶ ἐγκαταλειμμένα παιδιά. Καὶ ἄλλοι ποὺ ἐγκατέλειψαν τὴν πατρίδα τους ἢ τὴν ὅποια τυχὸν σταδιοδρομία προκειμένου νὰ ἐργαστοῦν γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στὰ πέρατα τῆς γῆς. Ποιὰ ἀνθρώπινη λογικὴ μπορεῖ νὰ ἐξηγήσει αὐτὸ τὸ ξεχείλισμα ἀγάπης, ποὺ ὁδηγεῖ σὲ τέτοια αὐταπάρνηση; Ποιὸς μπορεῖ νὰ ἐκτιμήσει τὴν προσφορὰ αὐτῶν τῶν μεγάλων εὐεργετῶν τῆς ἀνθρωπότητος;
Ὅσο κι ἂν μᾶς κοστίζει τὸ νὰ ἀρνηθοῦμε τὸν ἑαυτό μας... Ὅσο σκληρὸ καὶ δύσκολο κι ἂν εἶναι τὸ νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ νὰ ἀποκοποῦμε ἀπὸ τὰ ἁμαρτωλὰ πάθη καὶ τὶς βλαβερὲς συνήθειες... τελικὰ συμφέρει! Διότι, ὅσο ξεπερνοῦμε τὴ φιλαυτία μας, τόσο περισσότερο ζοῦμε τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἀπολαμβάνουμε τὴν κοινωνία τῶν ἀδελφῶν, χαιρόμαστε τὴν ἐλευθερία ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῶν παθῶν καί – τὸ σπουδαιότερο – βαδίζουμε σταθερὰ τὸ δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας.